Από: SigmaLive

21 Σεπτεμβρίου 1956: Απαγχονίστηκαν Παναγίδης, Κουτσόφτας και Μαυρομμάτης

21 Σεπτεμβρίου 1956: Απαγχονίστηκαν Παναγίδης, Κουτσόφτας και Μαυρομμάτης
Δημοσιεύθηκε: Σεπτεμβρίου 21, 2024-11:51 View: 5

Στις 21 Αυγούστου 1956, η αποικιοκρατική Αγγλία ανέβασε στην αγχόνη τρεις μεγάλους ήρωες. Ο 24χρονος Στέλιος Μαυρομμάτης, ο 22χρονος Μιχαήλ Κουτσόφτας και 22χρονος, πατέρας τριών παιδιών Ανδρέας Παναγίδης, έγραψαν με χρυσά γράμματα τα ονόματα τους στο πάνθεο των ηρώων αυτού του νησιού, προσφέροντας τη ζωή τους, για τον ανεκπλήρωτο πόθο του Ελληνισμού του νησιού. Οι τρεις ήρωες τάφηκαν στο Κοιμητήριο των Κεντρικών Φυλακών, δίπλα από τους τάφους των Μιχαλάκη Καραολή, Ανδρέα Δημητρίου, Ανδρέα Ζάκου, Ιάκωβου Πατάτσου και Χαρίλαου Μιχαήλ. Ανδρέας Παναγίδης Ο Ανδρέας Παναγίδης γεννήθηκε στο χωριό Παλαιομέτοχο, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 14 Νοεμβρίου 1934. Παντρεύτηκε την Γιαννούλα Ανδρέα Παναγίδη και μαζί απέκτησαν τρία παιδιά τον Αριστείδη, τη Δέσπω και την Αυγή. Ο Ανδρέας Παναγίδης τελείωσε το δημοτικό σχολείο Παλαιομετόχου και εργαζόταν στην κουζίνα του αγγλικού στρατού στο αεροδρόμιο Λευκωσίας. Με την έναρξη του αγώνα προσφέρθηκε να υπηρετήσει στις τάξεις της ΕΟΚΑ, μαζί με το φίλο του ήρωα Μιχαήλ Κουτσόφτα. Η σταθερή και αμετακίνητη επιμονή τους έπεισε τον ιερέα Παλαιομετόχου Παπαλευτέρη να τους ορκίσει. Η πρώτη δράση του Παναγίδη ήταν η ύψωση της ελληνικής σημαίας. Σε έρευνα που έκαμε Άγγλος στρατιώτης στην τσάντα του, στον τόπο της εργασίας του, αμέσως μετά την εκτέλεση των Καραολή και Δημητρίου, βρήκε μια ελληνική σημαία και ζήτησε από τον Ανδρέα να του σκουπίσει με αυτή τα παπούτσια του. Τόση ήταν η προσβολή που ένιωσε ο Ανδρέας, ώστε ήλθε στα χέρια μαζί του κτυπώντας τον άγρια. Όταν πήγε στο σπίτι, έστειλε τη γυναίκα του και του έφερε τα περίστροφά του που της είχε δώσει να του κρύψει. Την επομένη, όταν πήγε στη δουλειά του στο αεροδρόμιο, μαζί με το Μιχαήλ Κουτσόφτα και έναν άλλο αγωνιστή, επιτέθηκαν και σκότωσαν τον Άγγλο σμηναγό Πάτρικ Τζων Χέιλ μέσα στο γραφείο του. Συγκλονιστικός ήταν ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το θάνατο τόσο ο ίδιος όσο και οι δικοί του, που τον αποχαιρέτησαν με το τραγούδι στα χείλη και με τα χέρια ψηλά σε μια θερμή εξ αποστάσεως χειραψία. “Τι τιμή στο παλικάρι…” βροντοφώναξε ο πατέρας του. Τα πατριωτικά τραγούδια των τριών μελλοθανάτων και των άλλων φυλακισμένων δόνησαν τις φυλακές. Ανεκτίμητης αξίας κληρονομιά, άφησε στα παιδιά του “ένα τιμημένο όνομα”, όπως ο ίδιος τους έγραψε λίγα λεπτά μετά την ειδοποίηση, ότι χαράματα της Παρασκευής, 21 Σεπτεμβρίου 1956, θα οδηγείτο στην αγχόνη. Απόσπασμα από το τελευταίο γράμμα του Παναγίδη στην σύζυγο και τα παιδιά του: «Αξιολάτρευτα μου παιδιά, πολυαγαπημένη μου γυναίκα, Χαίρετε. Αυτήν την στιγμήν που σας γράφω είναι Τρίτη, 10 η ώρα βράδυ. Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21.9.1956, θα εκτελεσθούμε. Ίσως, όταν διαβάζετε αυτό το γράμμα, εγώ να μην υπάρχω αναμεταξύ στους ζωντανούς. Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινείτε καλοί Χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα τον δρόμο της αρετής. Να είσθε πάντα βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ονειρευόμουν… Κι εσύ, πολυαγαπημένη μου Γιαννούλα, σου ζητώ για τελευταία χάρη να περνάς καλά με τα παιδιά μας. Αγάπα τα θερμά, τόσο πολύ, και για μένα. Και εγώ από ψηλά θα σας στέλλω τις πιο θερμές μου ευχές. Και να σεβαστείς και το δικό μου όνομα. Βλέπεις ότι η μοίρα θέλησε να μας πικράνει στα πρώτα χρόνια του γάμου μας. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, ένα χαμόγελο γλυκύ στολίζει τα χείλη μου, γιατί είμαι ευτυχισμένος που αφήνω τα παιδιά μου σε μια καλή μητέρα.» Μιχάλης Κουτσόφτας Ο Μιχαήλ Κουτσόφτας γεννήθηκε στο Παλαιομέτοχο, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 12 Νοεμβρίου 1934. Παντρεύτηκε την Ευγενία Κουτσόφτα. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Παλαιομετόχου και εργαζόταν σε νηματουργείο ως βαφέας. Με την έναρξη του αγώνα προσφέρθηκε να υπηρετήσει στις τάξεις της ΕΟΚΑ. Η πρώτη του δράση ήταν η ύψωση της ελληνικής σημαίας στην κορυφή των ευκαλύπτων στο κέντρο του χωριού του, την οποία κατέβαζαν οι Άγγλοι. Ένα βράδυ έκοψε, με το φίλο του Ανδρέα Παναγίδη, τα κλαδιά των ευκαλύπτων, για να μη μπορούν οι στρατιώτες να κατεβάσουν τη σημαία. Εκείνοι έκοψαν τα θεόρατα δέντρα από τη ρίζα. Ο απαγχονισμός του Καραολή και του Δημητρίου αναστάτωσαν τον Κουτσόφτα τόσο πολύ που εγκατέλειψε τη δουλειά του και για μερικές μέρες κατόπτευε το αεροδρόμιο Λευκωσίας, όπου στάθμευαν Άγγλοι στρατιώτες, αναζητώντας τόπο και τρόπο να ανταποδώσει το πλήγμα. Σε συμβουλές της μάνας του να προσέχει, απάντησε : «Για την ελευθερία της Κύπρου μας όλοι ανοίξαμε τα στήθη, μητέρα». Στις 16 Μαΐου, έξι μέρες μετά την εκτέλεση του Καραολή και του Δημητρίου, αφού πέρασε από τον Παπά Λευτέρη και του ζήτησε να σταθεί προστάτης της αδελφής του, αν τυχόν συλληφθεί, έφυγε με τους φίλους του Ανδρέα Παναγίδη και Παρασκευά Χοιροπούλη, για το χώρο του αεροδρομίου Λευκωσίας, όπου επιτέθηκαν και σκότωσαν τον Άγγλο σμηναγό Πάτρικ Τζων Χέιλ μέσα στο γραφείο του. Καταδιώχθηκαν και συνελήφθησαν από αγγλικά στρατεύματα. Ο Μιχαήλ Κουτσόφτας και ο Ανδρέας Παναγίδης εκτελέστηκαν μαζί με το Στέλιο Μαυρομμάτη στις 21 Σεπτεμβρίου 1956. Ο Χοιροπούλης, επειδή ήταν ανήλικος, καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση. Το θάρρος και η πίστη του Κουτσόφτα αποτυπώνεται στο γράμμα του μετά που του γνωστοποιήθηκε η ποινή της εκτέλεσης: «…Δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε το θάνατο, αφού πιστεύουμε στο αληθινό φως. Απ’ τη στιγμή που άκουσα την ώρα της εκτελέσεώς μας, νιώθω την ψυχή μου να είναι γιομάτη από μια αληθινή χαρά…» Μαυρομμάτης Στέλιος Γεννήθηκε στο χωριό Λάρνακας της Λαπήθου, της επαρχίας Κερύνειας, στις 15 Νοεμβρίου 1932. Ο Στέλιος Μαυρομμάτης τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο χωριό του και την Εμπορική Σχολή Σαμουήλ στη Λευκωσία. Εργάστηκε για δυο χρόνια στον αγγλικό στρατό στο Σουέζ και στη συνέχεια εργαζόταν στο αγγλικό αεροδρόμιο Λευκωσίας ως γραφέας μέχρι τη σύλληψή του. Ήταν μέλος της επιτροπής των σωματείων ΣΕΚ και ΘΟΙ στο χωριό του, στην ίδρυση των οποίων πρωτοστάτησε ο πατέρας του. Με την έναρξη του αγώνα εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ και πήρε μέρος σε επιχείρηση δολιοφθοράς εναντίον αεροπλάνων των Άγγλων. Συνέβαλε επίσης ουσιαστικά στη συλλογή των κυνηγετικών όπλων από ιδιώτες στην περιοχή Λευκωσίας. Έδρασε ιδιαίτερα στην περιοχή των οδών Λήδρας και Ονασαγόρου, την οποία οι Άγγλοι είχαν ονομάσει “μίλι του θανάτου”. Μεταξύ των συνεργατών του ήταν και ο ξάδελφός του Ευαγόρας Παλληκαρίδης. Στενοί συνεργάτες του στη μεταφορά και απόκρυψη οπλισμού, καθώς και στη φιλοξενία και φυγάδευση καταζητούμενων προσώπων ήταν και οι γονείς και τα αδέλφια του. Σε μια ανεπιτυχή επίθεση του ιδίου και των δυο συναγωνιστών του εναντίον του Βρετανού σμηνία Νόρμαλ Άλφρεντ και του αεροπόρου Λώρενς Ληθ της βρετανικής βασιλικής αεροπορίας στην οδό Αγίου Παύλου στον Άγιο Δομέτιο Λευκωσίας, ο Στέλιος Μαυρομμάτης ανακόπηκε κατά την αποχώρηση από Άγγλο κάτοικο της περιοχής και συνελήφθη από τους δυο Άγγλους αεροπόρους. Καταδικάστηκε σε θάνατο και απαγχονίστηκε μαζί με τους Ανδρέα Παναγίδη και Μιχαήλ Κουτσόφτα. Αξιοζήλευτο είναι το θάρρος με το οποίο αντιμετώπισε την εκτέλεσή του και το οποίο ο ίδιος περιγράφει στις δυο τελευταίες του επιστολές. Σε έρευνες που έκαμαν Άγγλοι στρατιώτες στο πατρικό του σπίτι, μετά την εκτέλεσή του, εκπυρσοκρότησε το όπλο ενός στρατιώτη πληγώνοντας την αδελφή του Μαρία στη σπονδυλική στήλη και καθηλώνοντάς την από τα 27 της χρόνια σε αναπηρική καρέκλα. Στο τελευταίο του γράμμα γράφει: «…Να είστε δε βέβαιοι πως γρήγορα θα ανατείλει το άστρον της Ελευθερίας και της δικαιοσύνης στο νησί μας, τον ψυχρό δε και σκοτεινό χειμώνα των θλίψεων και δοκιμασιών θα επακολουθήσει η γλυκεία άνοιξης της γαλήνης και ευτυχίας. Θέλω να είστε υπερήφανοι γιατί ο υιός και αδελφός σας θυσιάστηκε για την κοινήν ελευθερία. Θυσιάστηκε γιατί θέλησε να χαρεί κι αυτός μαζί με όλους τους Έλληνες της Κύπρου το μεγαλύτερο δώρο που χάρισε ο Θεός στην ανθρωπότητα…»

Read this on SigmaLive